Πέμπτη 26 Αυγούστου 2010

Active Member - Φυσάει κόντρα



Φυσάει κόντρα σε ολάκερη γη,
τ' αγρια πετούμενα δε βρίσκουν πηγή,
δεν αντέχω της βολής τη σιγή.
Και δω απ' τον τόπο που έζησα τη φυγή,
ρίχνω αλάτι στη βαθιά τους πληγή,
τάζομαι πρόσφυγας και σε καλό να μου βγει.

Γυρνάω στον κόσμο, πουθενά δε βλέπω ξένο όπου μένω.
Γυρνάω πίσω και από όποιον συναντήσω, μαθαίνω.
Δίνω, παίρνω, ανασαίνω από τα χρώματα, πληθαίνω,
από τ' αρώματα μαγεύομαι και ταξιδεύω.
Γυρεύω για όλους μας το ίδιο όμορφο στέγαστρο,
φτιάχνω φωτιά για όποιον θέλει κόσμο αταίριαστο.

Για τα μάτια ενός παιδιού που ψάχνει γη, γκρεμίζω ουρανούς,
λυτρώνω μάνες και γιους.
Κάνω τη γλώσσα μου την πορφυρένια, ατόφιο μολύβι·
και τη ψυχή μου ένα απέραντο από στίχους καλύβι.
Ρίχνω το κάστρο σας, φτύνω του άστρου σας την κόχη.
Γίνομαι αύρα αλμυρή και στερνοβρόχι.

Πάρε τα όχι και ξεκούρνιασε από αυτή τη γωνία
που στο κουφάρι σου πετάξαν τα κλεμμένα μ'αφθονία,
άρνησή μου στομωμένη (πυρωμένη), λύσου καημένη,
γίνε κλωστή στην ανέμη τυλιγμένη
να σου δώσω μια, να γυρίζεις για πάντα και πάντα
να σου φυσάω πρίμα, κράτα μου αγάντα
μέχρι να βρούνε απάγκιο όσοι ζουν σε φυγή.
Καινούρια αρχή και σε καλό να τους βγει.

Σε καλό θα μου βγει κι ας τρίξουν οι σκαρμοί μου.
Έχω μαζί μου, σ' αυτό το σάλεμα που κάνεις ψυχή μου,
την αυταπάρνησή μου, το μαγικό ραβδί μου,
κάνω τ' αδύνατα να ξεπερνάνε τη φωνή μου.
Τιμή μου, λίγα μου βήματα σκίζουν τη λάσπη.
Πάρε τα χνάρια μου αντί για χάρτη
και στα μπαγκάζια σου μη στριμώξεις ντροπή,
ούτε σιωπή.

Υστερόγραφο: δε πιστεύω στη τύχη.
Όταν τα ψέμματα πεθαίνουν, γεννιούνται ωραίοι στίχοι
και γλυκαίνουν το μίσος στους ιχνανθρώπους
ή τους πετάνε για πάντα μες στους πανέρημους τόπους.
Λόγια κρυμμένα μου, θρυμματισμένα μου
κάνατε απόσβεση σε όσα είχα μέσα μου.
Σύξυλη η μπέσα μου μπροστά στη βρώμικη ιστορία,
μύθος απέθαντος και ωμή αλληγορία.
Περιγελάστε με, δειλοί, ξεχάστε με,
πλέξτε με φιτίλι και ανάψτε με·
μέσα στην πλάνη σας ένα όνειρο ατόφιο θα εκραγεί.





Από τον δίσκο "Πέρασμα στ' ακρόνειρο"

Active Member - Με το ζερβό



Γεννήθηκα και πήγα σχολείο πάνω στη Χούντα
με δασκάλους και παπάδες δοχεία συγκοινωνούντα,
ψυχές σαβανωμένες, θεόρατες σκιές
στου έθνους του αθάνατου τις μυρμηγκοφωλιές.
Μαζική παραγωγή, κρέατα ντόπια στο τσιγκέλι,
όμως, μας φύλαγαν εξόριστοι αγγέλοι.
Ρόζοι στα παιδικά μας χέρια απ' του δασκάλου το ξύλο
που έβγαζε μίσος στον εχθρό και περηφάνια στο φίλο.
Η γραφή με το ζερβό άνοιγε τραύματα,
'ξομολογήσεις σε δοσίλογους παπάδες και θυμιάματα.
Τα προσκοπάκια με τα μπλε σωβρακάκια
γινήκαν μπάτσοι που ξεσπούσαν σε προσφυγικά σπιτάκια.
Είναι όλα ίδια, παππού, κι ας αλλάξαν όψη·
ντροπή μεγάλη στου σπαθιού την τρομερή την κόψη
που όσο κι αν κόψει κεφάλια, γλώσσες και χέρια
ποτέ του δε θα φτάσει να κόψει από τ' αστέρια.
Είναι όλα εδώ, παππού, τον ίδιο κύκλο κάνουν,
πλανιούνται οικτρά πως ποτέ δε θα πεθάνουν.
Σκέψη κοινόχρηστη, θαμμένη σε τόπο επώνυμο
κι έτσι το χώμα που έχεις μπει, δεν είναι γόνιμο.

Κάνε με σου 'χα πει μεγάλη μπόρα
να τους πνίξω όλους μέσα στη δικιά τους σαπίλα.
Σου' πα να με κάνεις δράκο
να σας φυλάω απ' τους φασίστες, μονάχα εγώ.
Πάντα σου ζήταγα να φτιάξεις ένα ασπρόμαυρο σακάκι
να φοράω με της "Αυγής" τα φύλλα.
Παππού, μάθε με, σου 'λεγα για να τους τη σπάω,
να γράφω με το ζερβό.

Είναι όλα ίδια, μαστρο Μίκη, ίδια γελάνε οι φοβισμένοι.
Ίδιος ο λήθαργος, ίδιοι κι οι πλανεμένοι.
Ίδια κι εύκολα το τίποτα ακόμα αλλάζει χρώματα.
Ο χρόνος ράβει μ' ίδια λόγια τα στριφώματα.
Στα χώματα για λίπασμα οι πρώτοι νεκροί,
ζωντανοί οι πονηροί, βαλσαμωμένοι καιροί.
Ίδια ακούνε οι γειτόνοι τη φωνή σου.
Θα ξέχναγα ό,τι σκάρωσα για ένα κρασί μαζί σου.
Στο ίδιο μέρος που ξερνάν, πάνε και στέκονται,
δεν αντιστέκονται, τα πάντα δέχονται, τα ίδια φίδια έρπονται.
Αφορισμένοι οι άτακτοι κι οι πρόσφυγες
από τους άπληστους, νευρωτικούς αυτόχθονες.
Ίδια όπως τ' άφησες παππού, σφιχτά και αποπνικτικά,
ίδιο συμπεθεριό, ίδια ελαφρυντικά.
Μάτια στραμμένα σ' αποκλίνοντες κυκλώνες,
σάπιοι αιώνες με μπουντέλια αρχαίες κολώνες.
Τρελοί χειμώνες, κι αυτή εδώ η πιο παράξενη ράτσα
κάνει την ίδια ειρωνική και βαριά γκριμάτσα
- δήθεν καπάτσα - τη βλέπω, και την είδες από παιδί·
ψάχνω ό,τι έψαχνες μια πορφυρένια γη.

Κάνε με σου 'χα πει μεγάλη μπόρα....
Σου 'πα να με κάνεις δράκο...
Πάντα σου ζήταγα να φτιάξεις ένα ασπρόμαυρο σακάκι
να φοράω με της "Αυγής" τα φύλλα.
Παππού, μάθε με, σου 'λεγα να τους τη σπάω,
μάθε με να γράφω με το ζερβό.




Από τον δίσκο "Πέρασμα στ' ακρόνειρο"

Τετάρτη 25 Αυγούστου 2010

Active Member - Δεν σου φτάνει ρε



Μουσική: Active Member
Πρώτη εκτέλεση: 
Active Member


Θα 'πρεπε ν' αρχίσω με μια επίκληση στη μούσα μου
που σκίζεται για πάρτη μου κι ανέχεται τα γούστα μου
Μα δεν αξίζει το κόπο άσ' την εκεί που θρονιάστηκε,
περνάει καλά και ξεχάστηκε
Έτσι κι αλλιώς θα πάρω σβάρνα κάτι κι επιμένω
να 'μαι μόνος μου κόντρα στο πεπρωμένο
για να το δω να τραβάει τα μαλλιοκέφαλά του.
Που είμαι δίπλα του ενώ τρωει τα λυσσακά του.
Κάνω αρχή με διαπλοκή και μπόλικο συμφέρον
για να 'μαι επίκαιρος λιγάκι και στο άμεσο μέλλον
με βιβλία, μουσική, τύπο και πολιτισμό
με φιλανθρωπίες, έργα και εξευρωπαϊσμό
με επιχειρήσεις, κανάλια, σταθμούς και μετοχές
κοίτα ρε γρήγορα που αλλάζουν οι εποχές!
Κι εσύ, μεγάλε, μπορείς να καμαρώνεις
πήρες τα πάνω σου για τα καλά παντού σαρώνεις
αγοράζεις, δε σου φτάνει πουλάς, δε σου φτάνει
έχεις, νικάς, γκρεμίζεις δε σου φτάνει
Σου είπε αυτή η χώρα "ήμαρτον αφέντη"
και τότε άρχισε για όλους μας το γλέντι.

Δε σου φτάνει, ρε, η εξουσία που έχεις, ούτε το χώμα αυτό που πατάς
Δε σου φτάνει, ρε, κι αν αγοράσεις το χρόνο και σταματήσεις να γερνάς
Δε σου φτάνει ρε όλος ο πλούτος της γης κι ούτε το σύμπαν για πλάκα
Δε σου φτάνει ρε Όμως εγώ έχω κάτι που δε πουλιέται μαλάκα

Θα 'πρεπε να σου φτάνει που καταμεσής του ονείρου
ασχολείται με 'σένα ένας ποιητής εκ του προχείρου
καθώς σε συνοδεύουν βαρυσήμαντες δηλώσεις
σε φουαγιέ, μέγαρα και δεξιώσεις
Αφού για σένα μιλάνε στης γης τα πέρατα
για σένα γίνονται σημεία και τέρατα
Δε σου φτάνει μια καρέκλα ούτε καν ο καναπές
δε σου φτάνει από τον Όλυμπο να ρίχνεις αστραπές
είσαι η πλάτη τρανών και συνάμα ηλιθίων
είσαι ένα απόστημα παλιό γεμάτο πύων
Είσαι ο άρχοντας σε τούτη τη φραγκόπολη
είσαι το ζάρι το τριμμένο στη μονόπολη
Έχεις το ύφος παρθένας και ταπεινή είσαι σαν αγία
λουγκράτη συμφωνία για μοντέρνα σφαγεία
μπροστά απ' την "κόψη του σπαθιού την τρομερή"
στέκεσαι σα κόρη ψηλή και λυγερή
είσαι τρακτέρ σε κουρασμένο χωράφι
που όπου σκάψεις σπέρνει και θερίζει το σινάφι
Θέλεις να γίνεις του μυαλού μας χωνευτήρι
βολέψου απλά μ' ένα αϊ σιχτήρι.




Από τον δίσκο "Μέρες παράξενες , θαυμάσιες μέρες"

Δημήτρης Μητροπάνος - Ερωτικό ( Με μια πιρόγα )



Το απόλυτο Ζειμπέκικο από τον απόλυτο Λαϊκό Τραγουδιστή.!

Στίχοι: Άλκης Αλκαίος
Μουσική: 
Θάνος Μικρούτσικος
Πρώτη εκτέλεση: 
Μανώλης Μητσιάς
Άλλες ερμηνείες: 
Χαρούλα Αλεξίου || Βασίλης Παπακωνσταντίνου || Νότης Σφακιανάκης


Με μια πιρόγα φεύγεις και γυρίζεις
τις ώρες που αγριεύει η βροχή
στη γη των Βησιγότθων αρμενίζεις
και σε κερδίζουν κήποι κρεμαστοί
μα τα φτερά σου σιγοπριονίζεις

Σκέπασε αρμύρα το γυμνό κορμί σου
σου 'φερα απ' τους Δελφούς γλυκό νερό
στα δύο είπες πως θα κοπεί η ζωή σου
και πριν προλάβω τρις να σ' αρνηθώ
σκούριασε το κλειδί του παραδείσου

Το καραβάνι τρέχει μες στη σκόνη
και την τρελή σου κυνηγάει σκιά
πώς να ημερέψει ο νους μ' ένα σεντόνι
πώς να δεθεί η Μεσόγειος με σχοινιά
αγάπη που σε λέγαμ' Αντιγόνη

Ποια νυχτωδία το φως σου έχει πάρει
και σε ποιο γαλαξία να σε βρω
εδώ είναι Αττική φαιό νταμάρι
κι εγώ ένα πεδίο βολής φτηνό
που ασκούνται βρίζοντας ξένοι φαντάροι.

In a canoe, you leave and you return
in those hours when the rain turns to downpour
On the shore of the Visigoths you make landfall
and the hanging gardens conquer you
but always the gentle see-saw of your wings

you taste of salt, cover your naked body,
from Delphi I have brought you sweet water
twice you said you live will be cut short
and before I managed the third denial
the key to paradise had rusted

the shop is speeding in the dust
and hunting your crazed shadow
how can the mind find peace in a sheet
how can the Mediterranean be tied with ropes
beloved, whom they called Antigone

What nightfall has taken away your light
and in which galaxy might I find you
this here is Attica, a grey stone-quarry
and I am a cheap shooting-range
where foreign soldiers are exercising.

Υπόγεια Ρεύματα,Θάνος Μικρούτσικος - Άννα, μην κλαις




Στίχοι: Bertolt Brecht
Μουσική: 
Θάνος Μικρούτσικος
Πρώτη εκτέλεση: 
Γιάννης Κούτρας
Άλλες ερμηνείες: 
Δήμητρα Γαλάνη || Ρίτα Αντωνοπούλου || Υπόγεια Ρεύματα


Μιλάνε για καιρούς δοξασμένους, και πάλι
(Άννα μην κλαις)
θα γυρέψουμε βερεσέ απ' τον μπακάλη.

Μιλάνε για του έθνους, ξανά, την τιμή
(Άννα μην κλαις)
στο ντουλάπι δεν έχει ψίχα ψωμί

Μιλάνε για νίκες που το μέλλον θα φέρει
(Άννα μην κλαις)
Εμένα δε με βάζουν στο χέρι.

Ο στρατός ξεκινά
(Άννα μην κλαις)
Σαν γυρίσω ξανά
θ' ακολουθώ άλλες σημαίες.
Ο στρατός ξεκινά


Από τον δίσκο "Τους έχω βαρεθεί"


Sie sprechen wieder von großen Zeiten
(Anna, weine nicht)
Der Krämer wird uns ankreiden.

Sie sprechen wieder von Ehre
(Anna, weine nicht)
Da ist nichts im Schrank, was zu holen wδre.

Sie sprechen wieder vom Siegen
(Anna, weine nicht)
Sie werden mich schon nicht kriegen.

Es ziehen die Heere
(Anna, weine nicht)
Wenn ich wiederkehre
Kehr ich unter andern Fahnen wieder.
Es ziehen die Heere.

(Στην μητρική γλώσσα του Μπρεχτ)

Διονύσης Τσακνής,Θάνος Μικρούτσικος - Νοέμβρης '90



Στίχοι: Διονύσης Τσακνής
Μουσική: 
Διονύσης Τσακνής
Πρώτη εκτέλεση: 
Γιώργος Νταλάρας & Διονύσης Τσακνής ( Ντουέτο )
Άλλες ερμηνείες: 
Διονύσης Τσακνής & Λαυρέντης Μαχαιρίτσας ( Ντουέτο )


Τη μέρα αυτή που διάλεξα
εδώ μπροστά σας να σταθώ
τραγούδια και μισόλογα
στο φως να καταθέσω

Πώς πήρα τέτοια απόφαση
δεν ξέρω αν θ' αντέξω
η μέρα αυτή θυμίζει μακελειό

Νοέμβρης ήταν η χρονιά
κι εδώ γινόταν του χαμού
εγώ ήμουν δεκαεννιά
κι αυτή εβδομηντατρία

Και να που ερωτεύτηκα
κάποια χρονολογία
κι ο έρωτας κρατάει για καιρό

Μα έχει ο καιρός γυρίσματα
μεγάλωσε κι αυτή κι εγώ
μεγάλωσαν κι οι φίλοι μου
εκεί γύρω στα σαράντα

Στα κόμματα γαντζώθηκαν
κι εγώ δεν ξέρω τι να πω
και άλλοι στο σπιτάκι τους για πάντα

Η απόσταση μας έσωσε
μα οι θύμησες πληγώνουν
και λέμε σαν βρισκόμαστε
τα ίδια και τα ίδια

Μα νιώθω σαν μικρό παιδί
που πάλι το μαλώσανε
και φεύγω σε μια άγονη επαρχία

Κοιτάζω πάλι πίσω μου
δυο γιους απόκτησα κι εγώ
δεκαεφτά Νοέμβρηδες
μου βάρυναν την πλάτη

Σημαίες και γαρύφαλλα
εμπόριο κι απάτη
και λόγοι επισήμων στο κενό

Κρατάω το στόμα μου κλειστό
τα χείλη μου ματώσανε
κι αυτοί που μας προδώσανε
ανέραστοι να μείνουν

Κουφάλες δεν ξοφλήσαμε
αυτό έχω μόνο να τους πω
τα όνειρα των εραστών δε σβήνουν

Νίκος Γόδας - Ο ερυθρόλευκος αγωνιστής

  Ποια θα μπορούσε να είναι η τελευταία επιθυμία ενός μελλοθάνατου αγωνιστή στις φυλακές της Κέρκυρας, μεσούντος του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα;




Ο καταδικασμένος σε θάνατο Νίκος Γόδας είχε ήδη αποφασίσει τι θα κάνει, όταν θα ερχόταν αυτή η στιγμή: Τα χαράματα της 19ης Νοεμβρίου του 1948 όταν τον ειδοποίησαν οι φύλακες ότι τον ζητούν στη διεύθυνση, ο Νίκος Γόδας ζήτησε την ερυθρόλευκη φανέλα και το άσπρο σορτσάκι και πορεύθηκε για την εκτέλεση, στο νησάκι Λαζαρέτο, μπροστά στο λιμάνι της Κέρκυρας...

Οι άλλοι κρατούμενοι, μελλοθάνατοι, ισοβίτες ή με μεγάλες ποινές, στριμώχτηκαν στα σίδερα του κελιού τους κι άρχισαν να φωνάζουν όπως έκαναν σε κάθε εκτέλεση: «Λαέ της Κέρκυρας, πάλι απόψε παίρνουν αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης για εκτέλεση».

Η φυλακή μπορεί ν' αντηχούσε απ' τις φωνές, οι φωνές μπορεί να ακούγονταν μέχρι τα σπίτια απέναντι, αλλά σε λίγη ώρα ο Μικρασιάτης Νίκος Γόδας, τριάντα χρονώ, βασικός ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού στα χρόνια της Κατοχής, στεκόταν μπροστά στο απόσπασμα φορώντας τη φανέλα του «Θρύλου».

«Νενικήκαμεν -ζήτω οι Ολυμπιονίκες του σοσιαλισμού. Γεια σας, συναθλητές μου», ήταν τα τελευταία του λόγια φεύγοντας απ' τη φυλακή, όπως τα διασώζει ο συγκρατούμενός του εκείνα τα χρόνια Σταμάτης Σκούρτης (σήμερα γενικός γραμματέας του Συλλόγου Εκτοπισθέντων-Φυλακισθέντων Κέρκυρας).

Στο βιβλίο του «Ωσπου να ξημερώσει» (σελ. 318, εκδ. Κιβωτός) περιγράφει ως εξής την εκτέλεση: «...ο ήλιος σκάει πίσω απ' τα βουνά και δεν ξέρεις τι είναι πιο κόκκινο, η φανέλλα που φοράει κατάσαρκα ο Νίκος, που οι λευκές λωρίδες της κοκκίνησαν απ' το αίμα, ή ο ήλιος; Η οικογένεια του Νίκου Γόδα μού μετέφερε τα λόγια του σε κάποιο απ' τα γράμματά του σε ανύποπτο χρόνο, αφού η εκτέλεση ανακοινωνόταν πάντα στον μελλοθάνατο το τελευταίο βράδυ: "Θέλω να ζήσετε καλά. Πεθαίνω για την πατρίδα και τα ιδανικά μου. Αν κάνετε γιο, να του δώσετε τ' όνομά μου". Κι ο αδελφός του Δημήτρης ονόμασε την κόρη του Νίκη».


Φίοντορ Ντοστογιέφσκι - Ένας μεγάλος λογοτέχνης

 Ο Φιόντορ Μιχάηλοβιτς Ντοστογιέφσκι (Fyodor Mikhailovich Dostoevsky, ρωσ. Фёдор Михайлович Достоевский) υπήρξε κορυφαία μορφή της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ρωσικής καταγωγής. Γεννήθηκε το 1821 στη Μόσχα. Σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Μηχανικών της Αγίας Πετρούπολης. Υπηρέτησε στο στρατό για ένα μικρό χρονικό διάστημα αλλά τον εγκατέλειψε γρήγορα για να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία. Μελέτησε την κοινωνία και τον κόσμο όχι θεωρητικά αλλά στην πράξη. Θέμα των έργων του, η ίδια η ζωή. Είδε από κοντά τις υποβαθμισμένες συνοικίες, γνώρισε τη φτώχεια, τον πόνο, την εξαθλίωση των ταπεινών ανθρώπων και στη συνέχεια μετέφερε τις εικόνες αυτές στα μυθιστορήματα του. Ασχολήθηκε με τον άνθρωπο και την κοινωνία και υπήρξε αγωνιστής και επαναστάτης. Υπήρξε μέλος της Ακαδημίας Επιστημών και η προσφορά του στην παγκόσμια λογοτεχνία είναι διεθνώς αναγνωρισμένη. Θεωρείται ως ο μεγαλύτερος μυθιστοριογράφος όλων των εποχών και τα έργα του έχουν μεταφραστεί σχεδόν σε όλες τις γλώσσες του κόσμου.


  

Μυθιστορήματα

  • Ο φτωχόκοσμος (1846)
  • Ο σωσίας (1846)
  • Νιετόσκα Νιεζβάνοβα (1849)
  • Το όνειρο του θείου μου (1859)
  • Το χωριό Στεπαντσίκοβο και οι κάτοικοί του (1859)
  • Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων (1860-1862)
  • Ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι (1861)
  • Σημειώσεις από το υπόγειο (1864)
  • Ο παίκτης (1866)
  • Έγκλημα και τιμωρία (1866)
  • Ο ηλίθιος (1868)
  • Ο αιώνιος σύζυγος (1870)
  • Οι δαιμονισμένοι (1871-1872)
  • Ο έφηβος (1875)
  • Αδελφοί Καραμαζώφ (1879-1880)


Διηγήματα

  • Ο κύριος Προχάρτσιν (1846)
  • Μυθιστόρημα σε εννέα γράμματα (1847)
  • Η σπιτονοικοκυρά (1847)
  • Η γυναίκα ενός άλλου και ο άντρας κάτω απ’το κρεβάτι (1848)
  • Το χριστουγεννιάτικο δέντρο και ο γάμος (1848)
  • Λευκές νύχτες (1848)
  • Πολζούνκωβ (1848)
  • Μια αδύναμη καρδιά (1848)
  • Ένας τίμιος κλέφτης (1848)
  • Ο μικρός ήρωας (γραμμένο το 1849 και δημοσιευμένο το 1857)
  • Μια αξιοθρήνητη ιστορία (1862)
  • Ο κροκόδειλος (1865)
  • Μπόμποκ* (1873)
  • Μικρές εικόνες*(1873)
  • Το παιδί στο δένδρο του Χριστού* (1876)
  • Μια γλυκιά γυναίκα* (1876)
  • Ο χωρικός Μάρεϊ* (1876)
  • Η αιωνόβια* (1876)
  • Το όνειρο ενός γελοίου* (1877)
*Σημ. Δημοσιεύτηκαν μέσα από «Το ημερολόγιο ενός συγγραφέα»


Δοκίμια

  • Χειμερινές σημειώσεις σε καλοκαιρινές εντυπώσεις (1863)
  • Το ημερολόγιο ενός συγγραφέα (1873-1877)
  • Ο λόγος για τον Πούσκιν (1880)




                                                                               Πηγή : Wikipedia.gr